- κυπρινοτροφία
- ηκλάδος τής ιχθυολογίας που έχει ως αντικείμενο τη διατροφή τών κυπρίνων.[ΕΤΥΜΟΛ. < κυπρίνος + -τροφία (< -τρόφος < τρέφω), πρβλ. ιππο-τροφία, κτηνο-τροφία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κυπρινοτροφία — η κλάδος της ιχθυοτροφίας που ασχολείται με τη διατροφή του κυπρίνου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)